συνέκδημον

συνέκδημον
συνέκδημος
fellow-traveller
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Evil eye — Nazars, charms used to ward off the evil eye. The evil eye is a look that is believed by many cultures to be able to cause injury or bad luck for the person at whom it is directed for reasons of envy or dislike. The term also refers to the power… …   Wikipedia

  • συνέκδημος — ο, / συνέκδημος, ον, ΝΜΑ, και δωρ. τ. πληθ. συνέγδαμοι, οἱ, Α (το αρσ. ως κύριο όν.) Συνέκδημος σπουδαίο έργο πολιτικής και διοικητικής γεωγραφίας τής πρώιμης βυζαντινής περιόδου το οποίο υπήρξε βασική πηγή για όλα τα μεταγενέστερα σχετικά έργα… …   Dictionary of Greek

  • Ζωναράς, Χριστόφορος — (τέλη 11ου – αρχές 12ου αι.). Λόγιος. Έγραψε Συνέκδημον που αναφέρεται στον γιο του Δημήτριο, το κείμενο του οποίου σώζεται στη βιβλιοθήκη του Εσκοριάλ (Ισπανία) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”